Άρθρο της συνεργάτιδας ιατρού, Md Ντιάνα Ιβανόβα – Σακελλαρίου, Αλλεργιολόγου.
Αλλεργική ρινίτιδα ονομάζουμε τη φλεγμονή της μύτης που προκύπτει ως αποτέλεσμα επαφής του ρινικού βλεννογόνου με ένα ή περισσότερα αλλεργιογόνα. Είναι συχνή πάθηση που φαίνεται οτι αφορά το 10 έως 20% του γενικού πληθυσμού. Η αλλεργική ρινίτιδα μπορεί να είναι εποχική, κατά την οποία ο ασθενής παρουσιάζει συμπτώματα σε μια συγκεκριμένη εποχή του χρόνου, ή ολοετής, οπότε τα συμπτώματα υπάρχουν όλο το χρόνο.
Συμπτώματα
Τα κύρια συμπτώματα της αλλεργικής ρινίτιδας είναι τέσσερα: η καταρροή, η απόφραξη, οι πταρμοί και ο κνησμός.
1. Η ρινική καταρροή (“τρέξιμο” της μύτης)
Είναι συνήθως υδαρής (“σαν νερό”) η αλλαγή του χρώματος σε κίτρινο ή πράσινο υποδεικνύει επιμόλυνση από μικρόβιο.
2. Η ρινική απόφραξη (“μπούκωμα”)
Προκύπτει ως αποτέλεσμα του οιδήματος (“πρήξιμο”) του ρινικού βλεννογόνου και δυσκολεύει την αναπνοή από τη μύτη.
3. Οι πταρμοί (“φταρνίσματα”)
Ο ασθενής έχει επαναλαμβανόμενα φταρνίσματα, ανά διαστήματα στη διάρκεια της ημέρας συνήθως διάρκειας μεγαλύτερής 1 μίας ώρας
4. Ο ρινικός κνησμός (“φαγούρα”)
Είναι έντονος και οδηγεί σε μια χαρακτηριστική κίνηση των ασθενών να “σκουπίζουν” συνέχεια τη μύτη με την παλάμη τους.
Τα δευτερεύοντα συμπτώματα της αλλεργικής ρινίτιδας περιλαμβάνουν: την αναπνοή από το στόμα, την ξηρότητα του φάρυγγα και την οπίσθια ρινική έκκριση (οι εκκρίσεις της μύτης “κυλάνε” προς τα πίσω στο φάρυγγα, ερεθίζουν το λαιμό και προκαλούν βήχα) ως επακόλουθα της ρινικής φλεγμονής. Επίσης, μπορεί να συνυπάρχουν υπνηλία, κεφαλαλγία, ευερεθιστότητα και μειωμένες σχολικές και επαγγελματικές επιδόσεις. Όλα οφείλονται στο γεγονός οτι οι ασθενείς με αλλεργική ρινίτιδα, λόγω της στοματικής αναπνοής, δεν ξεκουράζονται επαρκώς κατά τη διάρκεια του βραδυνού ύπνου. Οι ασθενείς με αλλεργική ρινίτιδα δεν εμφανίζουν απαραίτητα όλα τα προαναφερθέντα κύρια και δευτερεύοντα συμπτώματα. Σε άλλους επικρατεί η καταρροή και ο κνησμός ενώ σε άλλους η ρινική συμφόρηση.
Αιτίες
Η αλλεργική ρινίτιδα οφείλεται στην δημιουργία από τον οργανισμό ειδικών αντισωμάτων που λανθασμένα αναγνωρίζουν ως “εχθρό” του οργανισμού κάποιες αθώες ουσίες, τα αλλεργιογόνα. Κάθε φορά που ένα αλλεργιογόνο έλθει σε επαφή με το ειδικό του αντίσωμα πάνω στο ρινικό βλεννογόνο (δηλαδή μέσα στη μύτη του αλλεργικού ασθενή) εκκρίνονται ουσίες, όπως είναι η ισταμίνη, που δημιουργούν τα συμπτώματα της ρινίτιδας.
Τα συχνότερα αλλεργιογόνα στον ελληνικό χώρο που προκαλούν αλλεργική ρινίτιδα είναι οι γύρεις δέντρων και φυτών (όπως η ελιά, το περδικάκι, τα αγρωστώδη κ.α.), τα ακάρεα της οικιακής σκόνης, τα επιθήλια ζώων και τα σπόρια μυκήτων.
Διάγνωση
Η διάγνωση γίνεται από τον ειδικό αλλεργιολόγο με το ιστορικό και την κλινική εξέταση. Από το ιστορικό θα αξιολογηθεί η εποχικότητα των συμπτωμάτων και θα γίνει μια πρώτη προσέγγιση για το υπεύθυνο αλλεργιογόνο. Επιβεβαιωτικά συμβάλλουν στη διάγνωση η ανίχνευση αντισωμάτων έναντι συγκεκριμένων αλλεργιογόνων με εξέταση αίματος(RAST), οι δερματικές δοκιμασίες νυγμού (Skin prick test) και η ρινική πρόκληση με ειδικό αλλεργιογόνο.
Μεγάλη προσοχή πρέπει να δώσει ο θεράπων ιατρός στα νοσήματα που πολύ συχνά συνυπάρχουν με την αλλεργική ρινίτιδα, δηλαδή την αλλεργική επιπεφυκίτιδα και το αλλεργικό βρογχικό άσθμα. Οφείλει να αναζητήσει συμπτώματα σχετικά με τα νοσήματα αυτά και αν διαπιστώσει την ύπαρξή τους, να χορηγήσει την κατάλληλη θεραπεία.
Πράγματι, πολλοί ασθενείς με αλλεργική ρινίτιδα που δεν λαμβάνουν την κατάλληλη θεραπεία αναπτύσσουν μετά από κάποια χρόνια και άσθμα, μια πάθηση που μπορεί να οδηγήσει σε προοδευτική έκπτωση της αναπνευστικής λειτουργίας αν δεν αντιμετωπιστεί με κατάλληλη αγωγή.
Στην περίπτωση αποκλεισμού συμμετοχής αλλεργιολογικού παράγοντα , απαραίτητη είναι η εκτίμηση από ΩΡΛ , για την ολοκληρωμένη θεραπευτική προσέγγιση (π.χ αφαίρεση ρινικών πολυπόδων, συρρίκνωση υπερτροφικών κογχών )
Θεραπεία
Βασικό θεραπευτικό μέσο σε κάθε αλλεργικό νόσημα είναι η αποφυγή του υπεύθυνου αιτίου δηλαδή των αλλεργιογόνων.Στην περίπτωση της αλλεργικής ρινίτιδας, που τα αλλεργιογόνα κυκλοφορούν στον αέρα και εισπνέονται από τον ασθενή, η πλήρης αποφυγή τους είναι αδύνατη. Φυσικά η σύσταση προς τον ασθενή είναι να αποφεύγει να εκτίθεται σε μεγάλες ποσότητες από αλλεργιογόνα π.χ. σε αλλεργία στη γάτα προτείνεται στον ασθενή να μην έρχεται σε επαφή με γάτες. Όταν η αποφυγή δεν είναι εφικτή καταφεύγουμε στη φαρμακευτική θεραπεία.
Η φαρμακευτική θεραπεία της αλλεργικής ρινίτιδας μπορεί να είναι συμπτωματική και αιτιολογική.
Συμπτωματική ονομάζουμε τη θεραπεία με φάρμακα που καταπολεμούν τα συμπτώματα της νόσου και ανακουφίζουν τον ασθενή, αλλά δεν προσφέρουν καθόλου στην εξάλειψη της υποκείμενης αιτίας της νόσου. Η θεραπεία αυτή πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε φορά που ο ασθενής έχει συμπτώματα. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν φάρμακα όπως η κορτιζόνη (συνήθως με τη μορφή ενδορρινικού spray) και τα αντιισταμινικά (συνήθως ως χάπι).
Αιτιολογική είναι η θεραπεία που στοχεύει στην επανεκπαίδευση του αμυντικού συστήματος του οργανισμού να κρατάει υπό έλεγχο τα αντισώματα ώστε να μην επιτίθενται εναντίον των αλλεργιογόνων. Ονομάζεται ειδική ανοσοθεραπεία. Η θεραπεία αυτή γίνεται με τη χορήγηση ειδικών εμβολίων, είτε ενέσιμα είτε υπογλώσσια, και διαρκεί από τρία έως πέντε χρόνια. Το σημαντικό με αυτό το είδος θεραπείας είναι ότι τα αποτελέσματά της είναι ήδη ορατά από τον πρώτο χρόνο και διαρκούν για πολλά χρόνια μετά τη διακοπή της. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι με την ειδική ανοσοθεραπεία εμποδίζεται η ανάπτυξη ευαισθητοποίησης σε νέα αλλεργιογόνα και αναστέλλεται η εξέλιξη της αλλεργικής ρινίτιδας σε αλλεργικό βρογχικό άσθμα.