Οι ιογενείς λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος αποτελούν ένα από τα συχνότερα αίτια για τα οποία οι ασθενείς απευθύνονται στον γιατρό, ειδικά κατά τους χειμερινούς μήνες και τις μεταβατικές εποχές. Παρότι συνήθως δεν είναι επικίνδυνες, επηρεάζουν σημαντικά τους πάσχοντες και την καθημερινότητά τους, προκαλώντας δυσφορία, κόπωση και περιορισμό των δραστηριοτήτων.
Τι είναι οι ιογενείς λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος;
Ο όρος αναφέρεται σε φλεγμονές που προκαλούνται από ιούς και προσβάλλουν τις ανώτερες αναπνευστικές οδούς, δηλαδή τη ρινική κοιλότητα, τους παραρρίνιους κόλπους (όπως τα ιγμόρεια), τον φάρυγγα και τον λάρυγγα. Πρόκειται για ένα φάσμα νοσημάτων που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων:
- τη ρινίτιδα,
- τη φαρυγγίτιδα,
- τη λαρυγγίτιδα και
- ορισμένες μορφές ιογενούς παραρρινοκολπίτιδας.
Η λοίμωξη προκαλείται από διάφορους κοινούς ιούς, με πιο γνωστούς τον ρινοϊό, που είναι υπεύθυνος για το κοινό κρυολόγημα, τον ιό της γρίπης (influenza), τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό (RSV), καθώς και αδενοϊούς ή κορονοϊούς. Σε αντίθεση με τις βακτηριακές λοιμώξεις που μπορεί να απαιτούν αντιβιοτική αγωγή, οι ιογενείς λοιμώξεις είναι αυτοπεριοριζόμενες, δηλαδή υποχωρούν συνήθως μόνες τους με την πάροδο των ημερών.
Τρόποι μετάδοσης και παράγοντες κινδύνου
Η μετάδοση των ιογενών λοιμώξεων του ανώτερου αναπνευστικού γίνεται κυρίως μέσω των σταγονιδίων που αποβάλλονται όταν κάποιος βήχει, φτερνίζεται ή μιλά. Οι ιοί μεταφέρονται επίσης με την άμεση επαφή των χεριών με μολυσμένες επιφάνειες και ακολούθως με το πρόσωπο, τη μύτη ή το στόμα. Ειδικά σε κλειστούς χώρους, όπου υπάρχει συγχρωτισμός, η μετάδοση είναι πιο εύκολη και πιο γρήγορη.
Παιδιά, ηλικιωμένοι, άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα ή με χρόνια αναπνευστικά προβλήματα βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο. Παράγοντες όπως το κάπνισμα, η έλλειψη ύπνου και η κακή διατροφή μπορούν επίσης να συμβάλλουν στην αύξηση της ευαισθησίας σε ιώσεις του αναπνευστικού.
Κλινική εικόνα και συμπτώματα
Τα πρώτα συμπτώματα κάνουν την εμφάνισή τους συνήθως 1 με 3 ημέρες μετά τη μόλυνση με τον ιό. Η πιο χαρακτηριστική εικόνα περιλαμβάνει:
- ρινική συμφόρηση ή καταρροή,
- αίσθημα καύσου στον λαιμό,
- πόνο κατά την κατάποση,
- βήχα, ο οποίος αρχικά είναι ξηρός και ενδέχεται να γίνει παραγωγικός
- ήπιο πυρετό ή δέκατα.
Σε κάποιες περιπτώσεις, οι ασθενείς αναφέρουν πονοκέφαλο, μυαλγίες και γενικευμένη κόπωση. Τα παιδιά μπορεί να παρουσιάσουν ευερεθιστότητα, απώλεια όρεξης και δυσκολία στον ύπνο. Ο βήχας και η καταρροή μπορεί να διαρκέσουν πάνω από μία εβδομάδα, ενώ η φωνή μπορεί να παραμείνει βραχνή για ημέρες, ιδιαίτερα αν υπάρχει φλεγμονή στον λάρυγγα.

Πότε πρέπει να επισκεφθείτε ωτορινολαρυγγολόγο
Αν και οι περισσότερες ιογενείς λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος δεν απαιτούν ιατρική παρέμβαση, υπάρχουν περιπτώσεις όπου η επίσκεψη σε ειδικό ΩΡΛ κρίνεται απαραίτητη. Όταν τα συμπτώματα επιμένουν για πάνω από 10 ημέρες χωρίς σημεία βελτίωσης ή επιδεινώνονται ξαφνικά μετά από αρχική υποχώρηση, υπάρχει πιθανότητα επιπλοκής ή επιμόλυνσης.
Ενδείξεις όπως έντονος πόνος στο πρόσωπο ή στα ιγμόρεια, πίεση γύρω από τα μάτια, υψηλός πυρετός που δεν υποχωρεί, εκκρίσεις με έντονο χρώμα και δυσοσμία ή αίσθημα βάρους στο κεφάλι μπορεί να υποδεικνύουν βακτηριακή παραρρινοκολπίτιδα. Παρομοίως, έντονος βήχας, δύσπνοια ή βραχνάδα που παραμένει για πάνω από δύο εβδομάδες χρήζουν διερεύνησης.
Ο γιατρός διαθέτει τα κατάλληλα εργαλεία, όπως η ενδοσκόπηση ρινός και φάρυγγα, για ακριβή διάγνωση και καθοδήγηση της θεραπείας, εφόσον χρειάζεται.
Ο ρόλος των αντιβιοτικών στις ιογενείς λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος
Ένα από τα πιο συχνά λάθη που γίνεται σε τέτοιες λοιμώξεις είναι η χρήση αντιβιοτικών χωρίς ιατρική συμβουλή. Πρέπει να γίνει απολύτως κατανοητό πως τα αντιβιοτικά δεν έχουν καμία δράση ενάντια στους ιούς. Η λήψη τους χωρίς λόγο όχι μόνο δεν βοηθά, αλλά μπορεί να προκαλέσει ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως γαστρεντερικά προβλήματα ή αλλεργικές αντιδράσεις, και – το σημαντικότερο – να συμβάλλει στην ανάπτυξη ανθεκτικών βακτηριακών στελεχών.
Μόνο ο γιατρός μπορεί να κρίνει, με βάση τα συμπτώματα και την κλινική εικόνα, αν πρόκειται για καθαρά ιογενή λοίμωξη ή αν υπάρχει επιμόλυνση από βακτήρια που θα δικαιολογούσε τη χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής.
Πώς αντιμετωπίζονται οι ιογενείς λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος;
Η βασική γραμμή θεραπείας των ιογενών λοιμώξεων του ανώτερου αναπνευστικού είναι η υποστηρικτική αντιμετώπιση. Αυτό σημαίνει πως στόχος είναι η ανακούφιση των συμπτωμάτων και η ενίσχυση της άμυνας του οργανισμού ώστε να αντιμετωπίσει τον ιό με φυσικό τρόπο. Συνιστάται η επαρκής ενυδάτωση, η ξεκούραση και η αποφυγή έντονης δραστηριότητας κατά τις πρώτες ημέρες της λοίμωξης.
Η χρήση παυσίπονων και αντιπυρετικών βοηθά στην ανακούφιση από τον πυρετό και τις μυαλγίες. Για τη ρινική συμφόρηση, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ρινικές πλύσεις με φυσιολογικό ορό ή ήπια αποσυμφορητικά, πάντοτε με φειδώ και για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Ο πονόλαιμος ανακουφίζεται με ζεστά ροφήματα, καραμέλες με φυτικά εκχυλίσματα ή μέλι, ενώ για τον βήχα ενδείκνυνται σιρόπια φυτικής βάσης, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις ξηρού και ενοχλητικού βήχα.
Πρόληψη και προστασία
Η πρόληψη των ιογενών λοιμώξεων του ανώτερου αναπνευστικού στηρίζεται σε βασικές αρχές υγιεινής και ενίσχυσης του ανοσοποιητικού, όπως
- το τακτικό και σωστό πλύσιμο των χεριών, καθώς οι περισσότεροι ιοί μεταδίδονται μέσω επαφής,
- η αποφυγή συγχρωτισμού σε περιόδους έξαρσης ιώσεων,
- ο καλός αερισμός των χώρων,
- η αποχή από το κάπνισμα
- η επαρκής ξεκούραση
- η διατροφή πλούσια σε φρέσκα φρούτα και λαχανικά,
- οι βιταμίνες,
- η ήπια άσκηση και
- ο καλός ύπνος.
Όλα βοηθούν το ανοσοποιητικό σύστημα να ανταποκριθεί καλύτερα όταν εκτεθεί σε ιούς. Επιπλέον, ο εμβολιασμός κατά της εποχικής γρίπης είναι ιδιαίτερα χρήσιμος, ειδικά για άτομα με χρόνια νοσήματα ή μεγαλύτερης ηλικίας.
Οι ιογενείς λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος είναι εξαιρετικά συχνές και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν εμπνέουν ανησυχία. Παρόλα αυτά, όταν τα συμπτώματα επιμένουν, επιδεινώνονται ή συνοδεύονται από σημεία που υποδηλώνουν επιπλοκή, είναι απαραίτητη η συμβουλή ειδικού.