5 λόγοι για τους οποίους μπορεί να έχετε απώλεια γεύσης και όσφρησης όταν έχετε γρίπη
Κατά τη διάρκεια μιας γρίπης, οι περισσότεροι ασθενείς επικεντρώνονται σε συμπτώματα όπως ο υψηλός πυρετός, οι μυαλγίες και ο έντονος βήχας. Ωστόσο, ένα από τα λιγότερο αναμενόμενα, αλλά συχνά ιδιαίτερα ενοχλητικά συμπτώματα είναι η απώλεια γεύσης και όσφρησης. Η αιφνίδια αυτή αλλαγή στην καθημερινή αντίληψη των τροφών και των οσμών προκαλεί ανησυχία σε πολλούς ανθρώπους, ειδικά όταν δεν γνωρίζουν τον λόγο που συμβαίνει ή πότε πρέπει να αναζητήσουν ιατρική βοήθεια.
Η απώλεια γεύσης κατά τη διάρκεια της γρίπης είναι συνήθως παροδική, ωστόσο δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη ή να αγνοείται. Η γεύση είναι μια σύνθετη αίσθηση, που δεν σχετίζεται μόνο με τους γευστικούς κάλυκες της γλώσσας αλλά επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό και από την όσφρηση. Όταν κάποια από τις δύο αυτές αισθήσεις διαταραχθεί, όπως συχνά συμβαίνει κατά τη διάρκεια μιας ιογενούς λοίμωξης, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι μια συνολική απώλεια της ικανότητας να αντιλαμβανόμαστε τις γεύσεις.
Απώλεια γεύσης και όσφρησης: Η ρινική συμφόρηση ως βασική αιτία
Ένας από τους πιο συχνούς λόγους για την απώλεια γεύσης στη διάρκεια της γρίπης είναι η ρινική συμφόρηση. Καθώς η φλεγμονή και η αυξημένη παραγωγή βλέννας αποφράσσουν τις ρινικές κοιλότητες, ο αέρας δεν φτάνει επαρκώς στο άνω μέρος της ρινικής οδού, όπου βρίσκονται τα οσφρητικά κύτταρα. Αυτό σημαίνει ότι, ακόμα και αν οι τροφές έχουν έντονη γεύση ή άρωμα, ο εγκέφαλος δεν λαμβάνει τα απαραίτητα ερεθίσματα για να τις αναγνωρίσει πλήρως. Αξίζει να σημειωθεί ότι μεγάλο μέρος αυτού που αντιλαμβανόμαστε ως «γεύση» είναι στην πραγματικότητα άρωμα. Συνεπώς, η απώλεια όσφρησης μπορεί να επηρεάσει δραστικά την αντίληψη των γεύσεων.
Φλεγμονώδης απόκριση του οργανισμού
Κατά τη διάρκεια της γρίπης, το ανοσοποιητικό σύστημα ενεργοποιεί έναν μηχανισμό άμυνας απέναντι στον ιό. Αυτός ο μηχανισμός περιλαμβάνει την απελευθέρωση κυτοκινών και άλλων φλεγμονωδών παραγόντων, οι οποίοι μπορεί να επηρεάσουν άμεσα τη λειτουργία των αισθητηριακών υποδοχέων. Οι υποδοχείς αυτοί βρίσκονται τόσο στη ρινική κοιλότητα όσο και στη γλώσσα και είναι υπεύθυνοι για την αντίληψη οσμών και γεύσεων. Η φλεγμονή μπορεί να αλλοιώσει προσωρινά τη λειτουργικότητα αυτών των κυττάρων, και να προκαλέσει μερική ή και πλήρη απώλεια γεύσης.

Επίδραση της φαρμακευτικής αγωγής στην απώλεια γεύσης και όσφρησης
Πολλές φορές η ίδια η αγωγή που λαμβάνει κάποιος κατά τη διάρκεια της γρίπης συμβάλλει στην απώλεια γεύσης. Ορισμένα αποσυμφορητικά σκευάσματα, αντιισταμινικά ή ακόμα και παυσίπονα μπορεί να ξηράνουν τους βλεννογόνους. Αυτό σημαίνει ότι μειώνουν την υγρασία στο στόμα και τη μύτη, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η μεταφορά των χημικών ουσιών που απαιτούνται για τη γευστική και οσφρητική αντίληψη. Επιπλέον, κάποια φάρμακα μπορεί να προκαλέσουν πικρή ή μεταλλική γεύση και να παραμορφώσουν τα φυσιολογικά γευστικά ερεθίσματα.
Η φυσιολογική κόπωση του οργανισμού
Κατά τη διάρκεια μιας ίωσης όπως η γρίπη, ο οργανισμός περνά από μία φάση γενικευμένης εξάντλησης. Ουσιαστικά, όλες οι λειτουργίες του σώματος προσαρμόζονται ώστε να εξοικονομηθεί ενέργεια και να ενισχυθεί η άμυνα απέναντι στον ιό. Στο πλαίσιο αυτό, η προσωρινή μείωση της οξύτητας των αισθήσεων, όπως της γεύσης, είναι μια φυσιολογική αντίδραση. Ο εγκέφαλος επικεντρώνεται στην αντιμετώπιση της λοίμωξης και λιγότερο στη λεπτομερή επεξεργασία των ερεθισμάτων της καθημερινότητας.
Πιθανή επίμονη δυσλειτουργία μετά την ίαση
Παρόλο που στην πλειονότητα των περιπτώσεων η απώλεια γεύσης αποκαθίσταται με την υποχώρηση της λοίμωξης, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου το σύμπτωμα επιμένει. Αν η απώλεια γεύσης διαρκεί για περισσότερο από δύο με τρεις εβδομάδες μετά την ίαση, ή αν συνοδεύεται από άλλα προβλήματα όπως εμβοές, πόνο ή αίσθημα πίεσης στο πρόσωπο, τότε απαιτείται ιατρική διερεύνηση από εξειδικευμένο ΩΡΛ. Η επιμονή του συμπτώματος μπορεί να υποδηλώνει δευτερογενείς λοιμώξεις, αλλεργίες, ρινικούς πολύποδες ή άλλες καταστάσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν διαφορετικά.
Τι μπορείτε να κάνετε αν εμφανίσετε απώλεια γεύσης
Η αντιμετώπιση εξαρτάται από την αιτία. Εάν πρόκειται για τυπική γρίπη:
- η ξεκούραση,
- η επαρκής ενυδάτωση και
- η τήρηση της φαρμακευτικής αγωγής που έχει προτείνει ο γιατρός
είναι συνήθως αρκετά. Η διατήρηση της υγρασίας της μύτης με φυσιολογικούς ορούς, καθώς και η αποφυγή υπερβολικής χρήσης αποσυμφορητικών, μπορεί επίσης να βοηθήσει. Σε περίπτωση που το πρόβλημα παραμείνει, ο γιατρός μπορεί να ζητήσει ενδοσκόπηση ρινός ή και απεικονιστικό έλεγχο προκειμένου να αποκλείσει άλλες αιτίες.
Η απώλεια γεύσης κατά τη διάρκεια μιας γρίπης είναι ένα σύμπτωμα που συνδέεται κυρίως με τη ρινική συμφόρηση, τη φλεγμονώδη απόκριση του οργανισμού και την επίδραση της φαρμακευτικής αγωγής. Παρότι προκαλεί ανησυχία, σπάνια είναι ένδειξη σοβαρού προβλήματος. Ωστόσο, αν επιμένει ή παρουσιάζεται σε απουσία άλλων τυπικών συμπτωμάτων γρίπης, είναι σημαντικό να εξεταστεί από ειδικό. Ένας ΩΡΛ χειρουργός μπορεί να εντοπίσει την πραγματική αιτία και να προτείνει την κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση, εξασφαλίζοντας την ταχύτερη δυνατή αποκατάσταση της γευστικής λειτουργίας.


